- ἐπιτροπήν
- ἐπιτροπήreferencefem acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
повелѣныи — (361) прич. страд. прош. 1.Прич. страд. прош. к повелѣти в 1 знач.: тамо ѡбою вести повелѣно ѥмѹ бы(с). (προσετέτακτο) ЖФСт к. XII, 137 об.; шьдъ же архиди˫аконъ ˫ако и повелѣно ѥмѹ бысть. надъ гробъмь брата прочьте хартию. имѹщюю мл҃твѹ. КЕ XII … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
επιτροπή — Ομάδα προσώπων συγκροτημένη σε σώμα, στο οποίο έχει ανατεθεί η εκτέλεση μιας ειδικής λειτουργίας. Το σώμα αυτό συνήθως προέρχεται ή εξαρτάται από κάποιο άλλο, μεγαλύτερο και λειτουργεί για την εκπλήρωση των σκοπών του. Η ε. έχει τα στοιχεία της… … Dictionary of Greek
Σιμωνίδης, Κωνσταντίνος — Πλαστογράφος χειρόγραφων (Σύμη 1820 Αλεξάνδρεια 1867). Σε πολύ νεαρή ηλικία, μετά τις μέτριες σπουδές του στο σχολείο της πατρίδας του, εκδηλώθηκε η επικίνδυνα τυχοδιωκτική του φύση με μια απόπειρα δολοφονίας των γονέων του για να τους… … Dictionary of Greek